Καύκασος ή Καυκασία

Καύκασος ή Καυκασία
(Caucasia). Γεωγραφική περιοχή (440.000 τ. χλμ.), που περιλαμβάνει το απώτατο μέρος της δυτικής Ρωσίας (Βόρεια Καυκασία, παλαιότερα Εγγύς Καυκασία, Ciscaucasia) και τη Γεωργία, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν (Υπερκαυκασία, Transcaucasia). Βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο (Μαύρη θάλασσα) και από την Κασπία θάλασσα. Συνορεύει με την Τουρκία και το Ιράν. Η περιοχή καταλαμβάνεται σχεδόν ολοκληρωτικά από το ορεινό σύστημα του Καυκάσου (βλ. λ.), το οποίο εκτείνεται από τον Εύξεινο Πόντο έως την Κασπία θάλασσα. Γλώσσα και εθνότητες. Η προέλευση της λέξης Κ. δεν έχει εξακριβωθεί, είναι όμως πιθανόν να συνδέεται με τη λέξη καζ-καζ των Χετταίων, οι οποίοι ονόμαζαν έτσι έναν λαό που κατοικούσε στη νότια ακτή του Εύξεινου Πόντου. Στον Κ. κατοικούν περισσότεροι από 50 λαοί, συμπεριλαμβανομένων και φυλών, που αριθμούν μόνο μερικές χιλιάδες άτομα. Οι λαοί αυτοί μιλούν γλώσσες τριών διαφορετικών γλωσσικών οικογενειών, της κύριας καυκασιανής (ιβηροκαυκασιανής), της ινδοευρωπαϊκής και της αλταϊκής. H καυκασιανή οικογένεια αποτελείται από τη καρτβελική, την αμπχαζοαντιγκεϊκή και τη ναχονταγκεϊκή ομάδα. Ο πολυπληθέστερος λαός της οικογένειας αυτής είναι οι Γεωργιανοί, οι οποίοι ζουν στην κεντρική Kαυκασία, στα Ν του Μεγάλου Κ. Στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια ανήκουν κυρίως οι Ρώσοι, οι Ουκρανοί, οι Αρμένιοι και οι λαοί της ιρανικής εθνολογικής ομάδας. Στην οικογένεια αυτή κυριαρχούν οι Ρώσοι (περίπου 8.000.000), που ζουν κυρίως στις ακραίες περιοχές της Σταυρούπολης και του Κράσνονταρ. Την αλταϊκή οικογένεια, τέλος, αποτελούν οι Αζέροι –οι οποίοι είναι και οι πολυπληθέστεροι– οι Καρατσάι, οι Μπαλκάριοι, οι Κουμίκοι, οι Νογκάι, οι Τάταροι και οι Καυκάσιοι Τουρκμένιοι. Στην Καυκασία ζουν επίσης μικρές ομάδες Ελλήνων, Μολδαβών, Εσθονών, Κορεατών, Τσιγγάνων κ.ά. Συνολικά στην περιοχή του Κ. υπολογίζεται ότι ζούσαν 21.074.000 κάτ. το 1989. Ανθρωπολογικά, η πλειοψηφία των κατοίκων του Κ. ανήκει στον νότιο κλάδο της ευρωπαϊκής φυλής και μόνο οι Νογκάι και οι Τουρκμένιοι έχουν έντονα χαρακτηριστικά της μογγολικής. Ως προς το θρήσκευμα, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι, εκτός από τους Αρμένιους και τους Γεωργιανούς, που είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Υπάρχουν επίσης μικρές ομάδες χριστιανών άλλων δογμάτων. Οικονομία. Το υπέδαφος του Κ. είναι πλούσιο σε μεταλλοφόρα κοιτάσματα, τα οποία συνδέονται με την ηφαιστειακή δραστηριότητα της ευρύτερης περιοχής (μαγνητίτης στο Αζερμπαϊτζάν, μολυβδαίνιο στο υψίπεδο της Υπερκαυκασίας, μαγγανιούχα και χαλκός στη Γεωργία). Τα πετρώματα γύρω από τον Μεγάλο Κ. και κάτω από την Κασπία θάλασσα περικλείουν σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου, φυσικού αερίου και γαιανθράκων. Από το Μπακού και από το Γκρόζνι ξεκινούν πετρελαιαγωγοί. Από την περίοδο της σοβιετικής διακυβέρνησης είχαν τεθεί οι βάσεις ανάπτυξης βαριάς ή ελαφράς βιομηχανίας, η οποία εξακολουθεί να είναι η κύρια οικονομική πηγή της περιοχής. Στις εύφορες πεδινές περιοχές οι κύριες καλλιέργειες αφορούν τα σιτηρά, τον καπνό, το τσάι κ.ά. Στα μεγάλα υψόμετρα οι κάτοικοι ασχολούνται με την εκτροφή ζώων, με ορεινές καλλιέργειες και με την οικοτεχνία. Ιστορία. Ο Κ. είναι μια από τις αρχαιότερες περιοχές του κόσμου που κατοικήθηκε από ανθρώπους. Το γεγονός αυτό μαρτυράται από την ελληνική μυθολογία, με τις ιστορίες του Προμηθέα –τον οποίοι οι θεοί του Ολύμπου αλυσσόδεσαν σε μια κορυφή του Καυκάσου–, του Ιάσονα και των συντρόφων του, Αργοναυτών, οι οποίοι ξεκίνησαν την εκστρατεία ανεύρεσης του χρυσόμαλλου δέρατος από την Κολχίδα. Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στην Αρμενία θέσεις πρωτόγονων οικισμών της πρώιμης λίθινης εποχής. Στο πρώτο μισό της 1ης χιλιετίας π.Χ. δημιουργήθηκε στην Υπερκαυκασία το κράτος της Ουράρτου και αργότερα εμφανίστηκαν το βασίλειο της Κολχίδας (6ος αι. π.Χ.), το βασίλειο των Αιράτιων (4ος αι. π.Χ.) και η Ιβηρία (4ος-3ος αι. π.Χ.). Toν 2o αι. π.Χ. συγκροτήθηκαν δύο ισχυρά κράτη, η Καυκασιανή Αλανία και η γνωστή για τους αγώνες της εναντίον της Ρώμης Μεγάλη Αρμενία. Ο Κ. αντιμετώπισε άλλωστε πολλές φορές εισβολές (Σκύθες, Σαρμάτες, Αλανούς κ.ά.). Την 1η χιλιετία μ.Χ. έγινε θέατρο σκληρών συγκρούσεων ανάμεσα στο Βυζάντιο και στην Περσία. Μεγάλο ιστορικό γεγονός της εποχής αυτής ήταν ο εκχριστιανισμός των λαών του Κ. Τον 7o και τον 8o αι. μ.Χ. η Υπερκαυκασία υποδουλώθηκε στους Άραβες. Η δημιουργία μεγάλων κρατών σημειώθηκε την εποχή της ανάπτυξης της φεουδαρχίας (12ος και 13ος αι.). Τα ισχυρότερα κράτη, η Αρμενία και η Γεωργία, υπέφεραν από τις επιθέσεις διαφόρων εισβολέων και, κυρίως, των Μογγόλων Τατάρων. Μικρά τουρκικά κράτη διαμορφώθηκαν στο Αζερμπαϊτζάν (15ος αι.), ενώ ο βόρειος Κ. υποδουλώθηκε στους Μογγόλους Τατάρους. Τον 18o αι. η Ρωσική αυτοκρατορία ακολούθησε αποικιακή πολιτική στον Κ., γεγονός που την έφερε αντιμέτωπη όχι μόνο με τους λαούς της περιοχής αλλά και με τους Πέρσες και τους Τούρκους, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν επίσης τον Κ. Ύστερα από αλλεπάλληλους αιματηρούς πολέμους, η ενσωμάτωση του Κ. στη Ρωσία ολοκληρώθηκε στα τέλη του 19ου αι. Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής επανάστασης εγκαθιδρύθηκε στον Κ. σοβιετικό καθεστώς και ιδρύθηκαν τρεις Σοβιετικές Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες, του Αζερμπαϊτζάν (1920), της Αρμενίας (1920) και της Γεωργίας (1921). Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ (1991), οι τρεις χώρες έγιναν ανεξάρτητες Δημοκρατίες, οι οποίες σύντομα βρέθηκαν αντιμέτωπες με αποσχιστικές κινήσεις μέσα στα σύνορά τους. Βίαιες αναταραχές ξέσπασαν στις αυτόνομες περιοχές της Αμπχαζίας και της νότιας Οσετίας στη Γεωργία και στον αρμενικό θύλακο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στο Αζερμπαϊτζάν. Το 1991 η Τσετσενία διακήρυξε την πρόθεσή της να ανεξαρτητοποιηθεί και το 1994 η Ρωσία και η Τσετσενία άρχισαν έναν αιματηρό πόλεμο για τον έλεγχο της περιοχής, που μετέτρεψε την πρωτεύουσα Γκρόζνι σε ερείπια. Ανάγλυφος χάρτης που εμφανίζει το κεντρικό τμήμα του Καυκάσου, ορεινό σύστημα που, με κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ, εκτείνεται σε μήκος 1.250 χλμ. από τη χερσόνησο του Ταμάν (μεταξύ Ευξείνου και Αζοφικής) μέχρι τη χερσόνησο του Αψερόν (Κασπία), καλύπτοντας επιφάνεια περίπου 270.000 τ. χλμ. Στιγμιότυπο από μάχη ανάμεσα σε Ρώσους και Τσετσένους στους δρόμους της πόλης Γκρόζνι. Ο πόλεμος ξεκίνησε το 1994, μετά από τη διακήρυξη της Τσετσενίας για ανεξαρτησία (φωτ. ΑΠΕ). Πολλοί ορεσίβιοι Καυκάσιοι, κυρίως στον κεντρικό Καύκασο, διατηρούν την παραδοσιακή ενδυμασία τους και τα παλιά έθιμά τους και διακρίνονται για τον ιπποτισμό και τη γενναιότητά τους. Στη φωτογραφία, χωρικοί ενός απομονωμένου χωριού, με τις γραφικές τοπικές ενδυμασίες τους. Πανοραμική άποψη της πρωτεύουσας της Αρμενίας, Ερεβάν (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Καυκασία — Καυκασίᾱ , Καύκασος Mt. Caucasus fem nom/voc/acc dual Καυκασίᾱ , Καύκασος Mt. Caucasus fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Καυκασίᾱ , Καυκασία fem nom/voc/acc dual Καυκασίᾱ , Καυκασία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκάσια — Καύκασος Mt. Caucasus neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκασίας — Καυκασίᾱς , Καύκασος Mt. Caucasus fem acc pl Καυκασίᾱς , Καύκασος Mt. Caucasus fem gen sg (attic doric aeolic) Καυκασίᾱς , Καυκασία fem acc pl Καυκασίᾱς , Καυκασία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκασίαν — Καυκασίᾱν , Καύκασος Mt. Caucasus fem acc sg (attic doric aeolic) Καυκασίᾱν , Καυκασία fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκασίη — Καύκασος Mt. Caucasus fem nom/voc sg (epic ionic) Καυκασία fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκασίην — Καύκασος Mt. Caucasus fem acc sg (epic ionic) Καυκασία fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καυκασίης — Καύκασος Mt. Caucasus fem gen sg (epic ionic) Καυκασία fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Кавказ — У этого термина существуют и другие значения, см. Кавказ (значения). В данной статье или разделе имеется список источников или внешних ссылок, но и …   Википедия

  • Кавказ — Новое заимств. из франц. Саuсаsе или нем. Kaukasus. Др. русск. Кавкасийскыѣ горы (Пов. врем. лет) из ср. греч. Καυκάσια ὄρη от Καύκασος, связанного с гот. hauhs высокий , лит. kaũkas шишка , kaukarà холм ; см. Шрадер–Неринг 1, 570. Прочие… …   Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”